ΑΡΘΡΟ: Μια πρώτη αποτίμηση των αμερικανικών εκλογών

***Η Efimerida-Cy φιλοξενεί αρθρογραφία, απόψεις και τοποθετήσεις από όλους τους χώρους και το όλο φάσμα του κοινωνικού γίνεσθαι της Κύπρου***.

Οι εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έχουν ολοκληρωθεί και έχουν καταδείξει το νικητή, αν και αυτό αμφισβητείται από τον Πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος προφανώς θα προχωρήσει – και έχει ήδη προχωρήσει σε αρκετές περιπτώσεις – σε δικαστική αμφισβήτηση του αποτελέσματος. Ένα αποτέλεσμα, όμως, που καθομολογουμένως έχει αναδείξει τον Τζο Μπάιντεν ως τον 46ο εκλεγμένο Πρόεδρο των ΗΠΑ, με σημαντικές πρωτιές και εν μέσω πρωτοφανών καταστάσεων λόγω της κρίσης της πανδημίας του νέου κορονοϊού.

Η προσέλευση στις κάλπες οριοθετεί και την σημαντική αξία που είχαν αυτές οι εκλογές, ενώ έχουν παρατηρηθεί τα υψηλότερα ποσοστά ψήφων για πρώτη φόρα και στους δυο υποψηφίους με την διαφορά να κυμαίνεται στα περίπου τέσσερα εκατομμύρια ψήφων μεταξύ των δυο υποψηφίων. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει μια βαθιά διχασμένη Αμερική, η οποία πρέπει τώρα, υπό τη νέα ηγεσία της, να προχωρήσει σε ενοποιητικά βήματα και πολιτικές, κάτι το οποίο έχει ήδη δηλώσει ο εκλεγμένος Πρόεδρος Μπάιντεν.

Οι επιπτώσεις του αποτελέσματος των αμερικανικών εκλογών προφανώς δεν αφορούν μόνο το εσωτερικό της χώρας. Ο αντίκτυπος τους, ως συνήθως, επηρεάζει κατά το μάλλον ή ήττον την παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Ο ρόλος των ΗΠΑ παραμένει, ενδεχομένως όσο ποτέ άλλοτε, καθοριστικός στην διαμόρφωση των διεθνών γεωπολιτικών τάσεων. Οι πολιτικές του Τραμπ την παρελθούσα τετραετία κατέδειξαν μια αποστασιοποίηση από διάφορα μέτωπα και πρωτίστως οδήγησαν σε μια μονομέρεια όσον αφορούσε στην στάση των ΗΠΑ σε σχέση με παγκόσμια ζητήματα, όπως για παράδειγμα την αντιμετώπιση της πανδημίας του νέου κορονοϊού, την απόσυρση από την Συμφωνία του Παρισιού για τις κλιματικές αλλαγές, την απόσυρση από την συμφωνία για τον περιορισμό των πυρηνικών δυνατοτήτων του Ιράν, τον έντονο προστατευτισμό απέναντι στην Κίνα κ.ο.κ. Η λίστα είναι μακρά για να καταδείξει την φιλοσοφία που ακολουθήσε η πολιτική του Τραμπ σε σχέση με την διεθνή συμμετοχή των ΗΠΑ.

Από την άλλη, οι προεκλογικές δεσμεύσεις του Μπάιντεν δείχνουν μια διαφορετική προσέγγιση που θα δούμε να ακολουθείται με την ανάληψη της εξουσίας από την διακυβέρνησή του. Αν και η γενική μεταστροφή σε συνθήκες πολυμέρειας στις διεθνείς σχέσεις των ΗΠΑ ενδεχομένως να μην είναι καταφανής από τις πρώτες στιγμές της εξουσίας του, ο Μπάιντεν έχει δεσμευτεί για την επανένταξη των ΗΠΑ στο σύστημα του Παρισιού για τις κλιματικές αλλαγές, στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και στη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, εφόσον φυσικά το Ιράν τηρήσει τις υποχρεώσεις του στη βάση της συμφωνίας.

Οι εκτιμήσεις μάλιστα αναφέρουν ότι ειδικά σε σχέση με τα πρώτα δυο ζητήματα – της Συμφωνίας για τις κλιματικές αλλαγές και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας – ο Μπάιντεν ήδη προσανατολίζεται σε άμεση έκδοση διαταγμάτων που δεν απαιτούν έγκριση από το Κογκρέσο για υλοποίηση τους. Στο επίπεδο του ΝΑΤΟ ενδέχεται επίσης να υπάρξει διαφοροποίηση της πολιτικής του Τραμπ που εξέφραζε έντονη κριτική για τις αμυντικές δαπάνες των μελών του βορειοατλαντικού συμφώνου. Ήδη, ο Γερμανός Υπουργός Εξωτερικών δήλωσε ότι δεν εκτιμά ότι οι αμυντικές δαπάνες των χωρών του ΝΑΤΟ θα αποτελέσουν το επίκεντρο της πολιτικής του εκλεγμένου Πρόεδρου σε σχέση με το ΝΑΤΟ, όπως αποτέλεσαν επί Τραμπ.

Επί θεμάτων οικονομίας, οι πολιτικές Τραμπ – Μπάιντεν διαφέρουν ουσιωδώς. Αν και επί διακυβέρνησης Τραμπ οι ΗΠΑ ανέκαμψαν οικονομικά, ειδικά πριν την πανδημία, μετά τον Μάρτιο παρατηρήθηκε ραγδαία πτώση στους πλείστους δείκτες της οικονομίας, οι οποίοι βελτιώθηκαν όμως το καλοκαίρι και στις αρχές του φθινοπώρου, πρωτίστως για τον λόγο ότι δεν υπήρξε καθολικό lockdown στις ΗΠΑ, όπως συνέβη και συμβαίνει στην Ευρώπη κυρίως λόγω του δεύτερου κύματος του Covid-19. Ο Μπάιντεν υποστηρίζει μια εκ διαμέτρου αντίθετη αντιμετώπιση του κορονοϊου σε σχέση με αυτήν του Τραμπ, προτάσσοντας την αντιμετώπιση της πανδημίας έναντι της διατήρησης του ανοίγματος των επιχειρήσεων που πρεσβεύει ο Τραμπ.

Σε καθαρά οικονομικούς όρους, ο Μπάιντεν θα ακολουθήσει εκ της ιδεολογίας των Δημοκρατικών πιο προοδευτικές πολιτικές, δηλώνοντας προεκλογικά ότι θα αναπτύξει περαιτέρω το δημόσιο σύστημα υγείας, θα προχωρήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού, απαγόρευση της κατασκευής και διάθεσης επιθετικών ατομικών όπλων και επενδύσεις σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας στα πλαίσια των δεσμεύσεων που αφορούν στη Συμφωνία του Παρισιού για τις κλιματικές αλλαγές, μεταξύ άλλων.

Ενδεχομένως, όμως, ο Μπάιντεν να αντιμετωπίσει τεράστιες προκλήσεις που δεν εξαρτώνται από τις πολιτικές που θα ακολουθήσει. Πρωτίστως, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να υπάρξει μια ομαλή μετάβαση στην εξουσία από τον Τραμπ στον Μπάιντεν. Πρέπει να θεωρούμε δεδομένο το ότι ο Τραμπ δεν θα παραδώσει χωρίς μάχη την εξουσία και αυτό δεν αφορά τους συνειρμούς που κάποιοι αντιλαμβάνονται σε σχέση με την προώθηση βίαιας αντίδρασης σε σχέση με τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών.

Το γεγονός ότι ο Τραμπ κέρδισε σε μεγάλο αριθμό πολιτειών και το ότι το αποτέλεσμα, ούτως ή άλλως, είναι περίπου οριακό, δίνει ένα διαφορετικό νόημα στο ποιο ακριβώς ήταν το στοίχημα της εκστρατείας των Δημοκρατικών. Η εκθρόνιση του Τραμπ δεν ήταν τόσο εύκολη αφού ο Τραμπ κατάφερε να κερδίσει τους μισούς σχεδόν Αμερικανούς πολίτες παρόλη την όπως διαφαινόταν από τις δημοσκοπήσεις – που ειρήσθω εν παρόδω έπεσαν ξανά έξω – μαζική προέλαση του «μπλε κύματος» των Δημοκρατικών. Ένα τέτοιο κύμα λειτούργησε υπέρ του Μπάιντεν σε σχέση με τις επιστολικές ψήφους, πλείστες εκ των οποίων αμφισβητεί πλέον ο Τραμπ.

Ο εξωσυστημικός Τραμπ κατάφερε να διεκδικεί επί ίσοις όροις την επανεκλογή του, την ίδια στιγμή που ο Μπάιντεν με την ήπια στάση του έπεισε τους μισούς συν Αμερικανούς να τον εκλέξουν εις αντικατάσταση του νυν Πρόεδρου των ΗΠΑ. Αν το παράδειγμα του Μπιλ Κλίντον το 1992  που νίκησε τον Μπους μπορεί να αποτελεί μέτρο σύγκρισης, τότε μπορούμε κάλλιστα να καταλήξουμε ότι η ροή των ανέμων έχουν αλλάξει έκτοτε σε διάφορους τομείς: αν ο άνεμος για τον Κλίντον ήταν ούριος τότε, σήμερα ο άνεμος είναι ανάπρυμος για τον Μπάιντεν ο οποίος καλείται να αντιμετωπίσει τις τεράστιες προκλήσεις που δημιουργήθηκαν από τις πολιτικές του Τραμπ αλλά και από το αποτέλεσμα των αμερικάνικών εκλογών του 2020.


Του Δρα Αντώνη Στ. Στυλιανού

Λέκτορα Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

ΕΠΙΣΗΜΟ: 46ος πρόεδρος των ΗΠΑ ο Τζο Μπάιντεν

Τα τηλεοπτικά δίκτυα CNN και MSNBC ανακοίνωσαν ότι με βάση τα εκλογικά αποτελέσματα, ο Τζο Μπάιντεν κερδίζει την πολιτεία της Πενσυλβάνιας και με τους 20 εκλέκτορες που λαμβάνει φτάνει τους 273, με τις οποίες εκλέγεται Πρόεδρος των ΗΠΑ.

Τα νεότερα αποτελέσματα από την Πενσυλβάνια ανέβασαν τη διαφορά στις 31.000 περίπου ψήφους ή μισή ποσοστιαία μονάδα κι αυτό δεν μπορεί να αντιστραφεί.

ΗΠΑ: Για κατάφωρη κατάχρηση εξουσίας κατηγορεί τον Τραμπ ο ΟΑΣΕ

Οι διεθνείς παρατηρητές του Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) κατηγορούν τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ για «κατάφωρη κατάχρηση εξουσίας», επειδή ζήτησε να σταματήσει η καταμέτρηση των ψήφων πριν από το τέλος της εκλογικής διαδικασίας.

«Αυτό που είναι πραγματικά ανησυχητικό είναι ότι ο αρχηγός του αμερικανικού κράτους ζήτησε να σταματήσει η καταμέτρηση των ψήφων στο περιβάλλον της προεδρικής μεγαλοπρέπειας του Λευκού Οίκου, δηλαδή περιβεβλημένος από όλα τα σύμβολα της εξουσίας, επικαλούμενος την υποτιθέμενη νίκη του. Πρόκειται για κατάφωρη κατάχρηση εξουσίας», δήλωσε ο Γερμανός βουλευτής Μίχαελ Γκέοργκ Λινκ, συντονιστής των διεθνών παρατηρητών που είναι επιφορτισμένοι με την εποπτεία της εκλογικής διαδικασίας στις ΗΠΑ, σε συνέντευξή του στην Stuttgarter Zeitung.

ΕΚΛΟΓΕΣ ΗΠΑ 2020: Στις κάλπες εν μέσω πολωμένου κλίματος

Δεκάδες εκατομμύρια Αμερικανοί προσέρχονται σήμερα στις κάλπες για να επιλέξουν ανάμεσα στον Ρεπουμπλικανό Ντόναλντ Τραμπ και τον Δημοκρατικό αντίπαλό του Τζο Μπάιντεν σε μια εκλογική διαδικασία που χαρακτηρίζεται από την πόλωση.

Φαβορί στις δημοσκοπήσεις εδώ και μήνες, ο 77χρονος Τζο Μπάιντεν, ο πρώην αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα, ελπίζει εντέλει να καταφέρει να πάρει τα κλειδιά του Λευκού Οίκου σ’ αυτή την τρίτη προσπάθειά του.

Στην άλλη πλευρά, προικισμένος με μια αδιαμφισβήτητη ενέργεια όταν απευθύνεται από το βήμα, ο 74χρονος Ρεπουμπλικανός απερχόμενος πρόεδρος Τραμπ, που διεξήγε μια απίστευτα επιθετική προεκλογική εκστρατεία, δηλώνει ότι θα κάνει ξανά την έκπληξη, όπως το 2016.

«Αύριο θα γράψουμε ξανά ιστορία», δήλωσε ο Τραμπ στην τελευταία προεκλογική του συγκέντρωση στο Γκραντ Ράπιντς, στο Μίσιγκαν, αναφερόμενος σε μια επερχόμενη «υπέροχη νίκη» στις εκλογές αυτές.

«Αισθάνομαι ότι βαίνουμε προς μια μεγάλη νίκη», είχε δηλώσει μερικές ώρες νωρίτερα ο Τζο Μπάιντεν από το Πίτσμπουργκ, την πόλη από την οποία είχε επίσης ξεκινήσει την προεκλογική του εκστρατεία πριν από 18 μήνες.

Στην φετινή προεκλογική εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ κυριάρχησε η πανδημία της COVID-19, η οποία έχει στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 230.000 ανθρώπους στη χώρα και η οποία επιδεινώθηκε περαιτέρω τις τελευταίες μέρες.

«Όχι άλλα τέσσερα χρόνια!»

«Δεν θα υποστηρίξω άλλα τέσσερα χρόνια με τον Τραμπ», δήλωσε η Τζέιν Πέρι, μια 65χρονη υποστηρίκτρια του Μπάιντεν στο Πίτσμπουργκ, όπου ο πρώην αντιπρόεδρος του Ομπάμα μετείχε χθες, Δευτέρα, το βράδυ σε συνάντηση που έγινε παρουσία της Λαίδης Γκάγκα.

Αντιθέτως η 42χρονη Λάρα Σμιτ δήλωσε ότι ελπίζει σε ένα «τσουνάμι» υπέρ του απερχόμενου προέδρου, τον οποίο άκουσε να μιλά με πολύ θέρμη στο Σκράντον. «Όμως αν οι επιστολικές ψήφοι προκαλέσουν νοθεία, θα πέσω στα γόνατα για να προσευχηθώ», σημείωσε, εκφράζοντας ανησυχία.

Την ώρα που κάποιες πόλεις προετοιμάζονται για ενδεχόμενα βίαια έκτροπα, οι ΗΠΑ δίδουν στον κόσμο την εικόνα μιας χώρας χωρισμένης σε δύο στρατόπεδα, τα οποία δεν μιλούν πια μεταξύ τους.

Για μήνες ο Ντόναλντ Τραμπ επισείει το φάσμα μιας «ριζοσπαστικής αριστεράς» έτοιμης να μεταμορφώσει την πρώτη παγκόσμια δύναμη σε μια «Βενεζουέλα σε μεγάλη κλίμακα».

Την ίδια ώρα οι Δημοκρατικοί, ο Τζο Μπάιντεν έχοντας στο πλευρό του τον πρώην πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, πολλαπλασίαζαν από την πλευρά τους τις προειδοποιήσεις τους για τις ενδεχομένως καταστροφικές συνέπειες που θα έχει για τους δημοκρατικούς θεσμούς των ΗΠΑ μια δεύτερη θητεία Τραμπ.

Έναρξη της εκλογικής διαδικασίας

Σχεδόν 100 εκατομμύρια Αμερικανοί έχουν ήδη ψηφίσει στην πρώιμη διαδικασία, είτε δια ζώσης είτε μέσω ταχυδρομείου, για να αποφύγουν τον συνωστισμό στα εκλογικά τμήματα εν μέσω της πανδημίας του νέου κορονοϊού. Εδώ και εβδομάδες, ο Τραμπ επικρίνει την επιλογή της επιστολικής ψήφου, ισχυριζόμενος, χωρίς να το τεκμηριώνει, ότι μπορεί να οδηγήσει σε εκλογική νοθεία.

Οι πέντε ψηφοφόροι του Ντίξβιλ Νοτς, που είναι ένα χωριουδάκι 12 κατοίκων στις βορειοανατολικές ΗΠΑ, έδωσαν σήμερα συμβολικά το εναρκτήριο λάκτισμα των αμερικανικών εκλογών, ακριβώς μετά τα μεσάνυχτα, ψηφίζοντας ομόφωνα τον Δημοκρατικό υποψήφιο Τζο Μπάιντεν.

Το χωριό αυτό που βρίσκεται χαμένο μέσα στα δάση του Νιου Χάμσαϊρ, κοντά στην μεθόριο με τον Καναδά, τηρεί την παράδοση αυτή από το 1960, η οποία του έχει χαρίσει και τον τίτλο του «Πρώτου στο Έθνος», δηλαδή του πρώτου μέρους στις ΗΠΑ που ψηφίζει στις εκλογές.

Με εξαίρεση και το διπλανό του χωριό Μίλσφιλντ, το οποίο ψήφιζε επίσης κατά τη διάρκεια της νύχτας, τα περισσότερα εκλογικά τμήματα στην ανατολική ακτή των ΗΠΑ θα ανοίξουν στις 06:00 τοπική ώρα (13:00 ώρα Ελλάδος) ή στις 07:00 τοπική ώρα (14:00 ώρα Ελλάδος) σήμερα.

Δύο διαμετρικά αντίθετοι υποψήφιοι

Στις εκλογές αυτές υπάρχει από τη μια πλευρά ένας δισεκατομμυριούχος της Νέας Υόρκης, μεγιστάνας των ακινήτων, που πέρασε από την τηλεοπτική πραγματικότητα προτού εισβάλει στην πολιτική με ένα λαϊκιστικό μήνυμα, το «Πρώτα η Αμερική», και που συνεχίζει να αυτοπροβάλλεται ως το «αουτσάιντερ» παρά τα τέσσερα χρόνια που έμεινε στον Λευκό Οίκο.

Από την άλλη υπάρχει ένας παλαίμαχος της πολιτικής που προέρχεται από τη μεσαία τάξη, έχει στο ιστορικό του 36 χρόνια ως γερουσιαστής και στη συνέχεια 8 ως αντιπρόεδρος των ΗΠΑ και υπόσχεται να επουλώσει τα τραύματα ενός πληγωμένου έθνους, κερδίζοντας «τη μάχη για την ψυχή του έθνους».

Έπειτα από δύο αποτυχημένες προσπάθειες το 1988 και το 2008, ο Τζο Μπάιντεν, καθαρό προϊόν της μετριοπαθούς πτέρυγας του Δημοκρατικού Κόμματος, επιβλήθηκε στις προκριματικές που έγιναν στο κόμμα του με ένα απλό μήνυμα: να νικήσει τον Ντόναλντ Τραμπ, «τον χειρότερο πρόεδρο» στην πρόσφατη ιστορία των ΗΠΑ.

Σιγά σιγά μετέτρεψε επίσης τις σημερινές εκλογές σε ένα δημοψήφισμα για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος την πανδημία του νέου κορονοϊού .

Αυτόν, από την πλευρά του, δεν έπαψε να τον προλαμβάνει η υγειονομική αυτή κρίση, την οποία προσπαθούσε συνέχεια να υποβαθμίσει, έως ότου προσβλήθηκε και ο ίδιος από τον νέο κορονοϊό και νοσηλεύτηκε στις αρχές του Οκτωβρίου. «Θεραπεύτηκα» και «απέκτησα ανοσία», δηλώνει έκτοτε, ξαναρχίζοντας την προεκλογική του εκστρατεία με αδιαμφισβήτητη ενέργεια και καλώντας τους Αμερικανούς να μην επιτρέψουν στην COVID-19 να «κυριαρχήσει» στις ζωές τους.

Πολύ αυξημένη συμμετοχή

Η συμμετοχή στις σημερινές εκλογές στις ΗΠΑ προαναγγέλλεται αυξημένη σε ιστορικά επίπεδα, καθώς περισσότεροι από 97 εκατομμύρια ψηφοφόροι έχουν ήδη ψηφίσει εκ των προτέρων –δια ζώσης ή δι’ αλληλογραφίας–, ήτοι ποσοστό μεγαλύτερο από το 70% του συνολικού αριθμού των ψηφοφόρων που ψήφισαν στις εκλογές του 2016.

Οι Δημοκρατικοί είχαν καλέσει τους ψηφοφόρους να ψηφίσουν φέτος εκ των προτέρων εξαιτίας της πανδημίας του νέου κορονοϊού και τώρα μένει να διαπιστωθεί αν οι Ρεπουμπλικανοί, οι οποίοι παρουσιάζουν σε μεγαλύτερο βαθμό την τάση να επισκεφθούν την επίσημη ημέρα των εκλογών τα εκλογικά τμήματα για να ψηφίσουν, θα τηρήσουν πιστά το ραντεβού τους.

Η συγκέντρωση ενός αριθμού ρεκόρ επιστολικών ψήφων, οι οποίες σε ορισμένες πολιτείες θα μπoρούσαν να συρρέουν ως και μέρες μετά τη σημερινή, εγκυμονεί τον κίνδυνο να περιπλακεί η καταμέτρηση ή ακόμη να καθυστερήσει η ανακοίνωση του νικητή, αν το αποτέλεσμα είναι αμφίρροπο.

«Όταν ολοκληρωθεί η εκλογική διαδικασία, οι δικηγόροι μας θα είναι έτοιμοι», προειδοποίησε ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος αρνείται πεισματικά να δεσμευτεί ότι θα αποδεχθεί το αποτέλεσμα των εκλογών σε περίπτωση ήττας του, κάτι που δεν έχει ξανακάνει κανένας απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ.

Για να κερδίσει τις εκλογές, ένας υποψήφιος δεν χρειάζεται την πλειοψηφία των ψήφων σε εθνικό επίπεδο: Θα πρέπει να κερδίσει τουλάχιστον 270 από τους 538 μεγάλους εκλέκτορες που εξασφαλίζει σε επίπεδο πολιτειών.

Σήμερα το βράδυ, αρχικά τα βλέμματα όλα θα είναι στραμμένα στην Φλόριντα, μια από τις πιο διάσημες πολιτείες-κλειδί για το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών, η οποία έχει μάλιστα υποσχεθεί να δείξει το χρώμα που κερδίζει ήδη από την νύχτα των εκλογών. Χωρίς αυτήν την πολιτεία, στην οποία είχε κερδίσει το 2016, η νίκη είναι σχεδόν αδύνατη για τον Ντόναλντ Τραμπ.

Αντιθέτως, αν καταφέρει να διατηρήσει την Φλόριντα, όπου σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις παλεύει στήθος με στήθος με τον Τζο Μπάιντεν, η προσοχή θα στραφεί στην Πενσιλβάνια, τη γενέτειρα του Δημοκρατικού υποψηφίου. Εκεί, η πρόθεση ψήφου εμφανίζεται λίγο πιο θετική απέναντι στον πρώην αντιπρόεδρο, αλλά και εκεί η μεταξύ τους διαφορά εμπίπτει στο περιθώριο σφάλματος.

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Φόβοι για μη αναγνώριση του εκλογικού αποτελέσματος και ταραχές στις ΗΠΑ

Οι προεδρικές εκλογές αποτελούσαν πάντα μια πανηγυρικού χαρακτήρα γιορτή της δημοκρατίας για τις ΗΠΑ, αυτή τη φορά όμως, στο πέπλο του φόβου από την πανδημία του κορωνοϊού έρχεται να προστεθεί ο φόβος των ταραχών λόγω πιθανής νοθείας και αμφισβήτησης του εκλογικού αποτελέσματος.
 
Από τη Δευτέρα στη Νέα Υόρκη, την Ουάσιγκτον, το Λος Άντζελες και σχεδόν όλες τις μεγαλουπόλεις, οι καταστηματάρχες λαμβάνουν τα μέτρα τους, τοποθετώντας προστατευτικά ρολά και κόντρα πλακέ στις βιτρίνες των καταστημάτων τους, ενώ η αστυνομία πολλών δήμων και πολιτειών λαμβάνει προληπτικά μέτρα.
 
Αν και το θέμα των εκλογών χειρίζονται αποκλειστικά οι αρχές των πολιτειών της χώρας είναι προφανές ότι υπάρχει προετοιμασία και στις ομοσπονδιακές υπηρεσίες.