***Η Efimerida-Cy φιλοξενεί αρθρογραφία, απόψεις και τοποθετήσεις από όλους τους χώρους και το όλο φάσμα του κοινωνικού γίνεσθαι της Κύπρου***.
Οι εκλογές στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έχουν ολοκληρωθεί και έχουν καταδείξει το νικητή, αν και αυτό αμφισβητείται από τον Πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος προφανώς θα προχωρήσει – και έχει ήδη προχωρήσει σε αρκετές περιπτώσεις – σε δικαστική αμφισβήτηση του αποτελέσματος. Ένα αποτέλεσμα, όμως, που καθομολογουμένως έχει αναδείξει τον Τζο Μπάιντεν ως τον 46ο εκλεγμένο Πρόεδρο των ΗΠΑ, με σημαντικές πρωτιές και εν μέσω πρωτοφανών καταστάσεων λόγω της κρίσης της πανδημίας του νέου κορονοϊού.
Η προσέλευση στις κάλπες οριοθετεί και την σημαντική αξία που είχαν αυτές οι εκλογές, ενώ έχουν παρατηρηθεί τα υψηλότερα ποσοστά ψήφων για πρώτη φόρα και στους δυο υποψηφίους με την διαφορά να κυμαίνεται στα περίπου τέσσερα εκατομμύρια ψήφων μεταξύ των δυο υποψηφίων. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει μια βαθιά διχασμένη Αμερική, η οποία πρέπει τώρα, υπό τη νέα ηγεσία της, να προχωρήσει σε ενοποιητικά βήματα και πολιτικές, κάτι το οποίο έχει ήδη δηλώσει ο εκλεγμένος Πρόεδρος Μπάιντεν.
Οι επιπτώσεις του αποτελέσματος των αμερικανικών εκλογών προφανώς δεν αφορούν μόνο το εσωτερικό της χώρας. Ο αντίκτυπος τους, ως συνήθως, επηρεάζει κατά το μάλλον ή ήττον την παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Ο ρόλος των ΗΠΑ παραμένει, ενδεχομένως όσο ποτέ άλλοτε, καθοριστικός στην διαμόρφωση των διεθνών γεωπολιτικών τάσεων. Οι πολιτικές του Τραμπ την παρελθούσα τετραετία κατέδειξαν μια αποστασιοποίηση από διάφορα μέτωπα και πρωτίστως οδήγησαν σε μια μονομέρεια όσον αφορούσε στην στάση των ΗΠΑ σε σχέση με παγκόσμια ζητήματα, όπως για παράδειγμα την αντιμετώπιση της πανδημίας του νέου κορονοϊού, την απόσυρση από την Συμφωνία του Παρισιού για τις κλιματικές αλλαγές, την απόσυρση από την συμφωνία για τον περιορισμό των πυρηνικών δυνατοτήτων του Ιράν, τον έντονο προστατευτισμό απέναντι στην Κίνα κ.ο.κ. Η λίστα είναι μακρά για να καταδείξει την φιλοσοφία που ακολουθήσε η πολιτική του Τραμπ σε σχέση με την διεθνή συμμετοχή των ΗΠΑ.
Από την άλλη, οι προεκλογικές δεσμεύσεις του Μπάιντεν δείχνουν μια διαφορετική προσέγγιση που θα δούμε να ακολουθείται με την ανάληψη της εξουσίας από την διακυβέρνησή του. Αν και η γενική μεταστροφή σε συνθήκες πολυμέρειας στις διεθνείς σχέσεις των ΗΠΑ ενδεχομένως να μην είναι καταφανής από τις πρώτες στιγμές της εξουσίας του, ο Μπάιντεν έχει δεσμευτεί για την επανένταξη των ΗΠΑ στο σύστημα του Παρισιού για τις κλιματικές αλλαγές, στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και στη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, εφόσον φυσικά το Ιράν τηρήσει τις υποχρεώσεις του στη βάση της συμφωνίας.
Οι εκτιμήσεις μάλιστα αναφέρουν ότι ειδικά σε σχέση με τα πρώτα δυο ζητήματα – της Συμφωνίας για τις κλιματικές αλλαγές και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας – ο Μπάιντεν ήδη προσανατολίζεται σε άμεση έκδοση διαταγμάτων που δεν απαιτούν έγκριση από το Κογκρέσο για υλοποίηση τους. Στο επίπεδο του ΝΑΤΟ ενδέχεται επίσης να υπάρξει διαφοροποίηση της πολιτικής του Τραμπ που εξέφραζε έντονη κριτική για τις αμυντικές δαπάνες των μελών του βορειοατλαντικού συμφώνου. Ήδη, ο Γερμανός Υπουργός Εξωτερικών δήλωσε ότι δεν εκτιμά ότι οι αμυντικές δαπάνες των χωρών του ΝΑΤΟ θα αποτελέσουν το επίκεντρο της πολιτικής του εκλεγμένου Πρόεδρου σε σχέση με το ΝΑΤΟ, όπως αποτέλεσαν επί Τραμπ.
Επί θεμάτων οικονομίας, οι πολιτικές Τραμπ – Μπάιντεν διαφέρουν ουσιωδώς. Αν και επί διακυβέρνησης Τραμπ οι ΗΠΑ ανέκαμψαν οικονομικά, ειδικά πριν την πανδημία, μετά τον Μάρτιο παρατηρήθηκε ραγδαία πτώση στους πλείστους δείκτες της οικονομίας, οι οποίοι βελτιώθηκαν όμως το καλοκαίρι και στις αρχές του φθινοπώρου, πρωτίστως για τον λόγο ότι δεν υπήρξε καθολικό lockdown στις ΗΠΑ, όπως συνέβη και συμβαίνει στην Ευρώπη κυρίως λόγω του δεύτερου κύματος του Covid-19. Ο Μπάιντεν υποστηρίζει μια εκ διαμέτρου αντίθετη αντιμετώπιση του κορονοϊου σε σχέση με αυτήν του Τραμπ, προτάσσοντας την αντιμετώπιση της πανδημίας έναντι της διατήρησης του ανοίγματος των επιχειρήσεων που πρεσβεύει ο Τραμπ.
Σε καθαρά οικονομικούς όρους, ο Μπάιντεν θα ακολουθήσει εκ της ιδεολογίας των Δημοκρατικών πιο προοδευτικές πολιτικές, δηλώνοντας προεκλογικά ότι θα αναπτύξει περαιτέρω το δημόσιο σύστημα υγείας, θα προχωρήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού, απαγόρευση της κατασκευής και διάθεσης επιθετικών ατομικών όπλων και επενδύσεις σε πιο καθαρές μορφές ενέργειας στα πλαίσια των δεσμεύσεων που αφορούν στη Συμφωνία του Παρισιού για τις κλιματικές αλλαγές, μεταξύ άλλων.
Ενδεχομένως, όμως, ο Μπάιντεν να αντιμετωπίσει τεράστιες προκλήσεις που δεν εξαρτώνται από τις πολιτικές που θα ακολουθήσει. Πρωτίστως, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να υπάρξει μια ομαλή μετάβαση στην εξουσία από τον Τραμπ στον Μπάιντεν. Πρέπει να θεωρούμε δεδομένο το ότι ο Τραμπ δεν θα παραδώσει χωρίς μάχη την εξουσία και αυτό δεν αφορά τους συνειρμούς που κάποιοι αντιλαμβάνονται σε σχέση με την προώθηση βίαιας αντίδρασης σε σχέση με τα αποτελέσματα των αμερικανικών εκλογών.
Το γεγονός ότι ο Τραμπ κέρδισε σε μεγάλο αριθμό πολιτειών και το ότι το αποτέλεσμα, ούτως ή άλλως, είναι περίπου οριακό, δίνει ένα διαφορετικό νόημα στο ποιο ακριβώς ήταν το στοίχημα της εκστρατείας των Δημοκρατικών. Η εκθρόνιση του Τραμπ δεν ήταν τόσο εύκολη αφού ο Τραμπ κατάφερε να κερδίσει τους μισούς σχεδόν Αμερικανούς πολίτες παρόλη την όπως διαφαινόταν από τις δημοσκοπήσεις – που ειρήσθω εν παρόδω έπεσαν ξανά έξω – μαζική προέλαση του «μπλε κύματος» των Δημοκρατικών. Ένα τέτοιο κύμα λειτούργησε υπέρ του Μπάιντεν σε σχέση με τις επιστολικές ψήφους, πλείστες εκ των οποίων αμφισβητεί πλέον ο Τραμπ.
Ο εξωσυστημικός Τραμπ κατάφερε να διεκδικεί επί ίσοις όροις την επανεκλογή του, την ίδια στιγμή που ο Μπάιντεν με την ήπια στάση του έπεισε τους μισούς συν Αμερικανούς να τον εκλέξουν εις αντικατάσταση του νυν Πρόεδρου των ΗΠΑ. Αν το παράδειγμα του Μπιλ Κλίντον το 1992 που νίκησε τον Μπους μπορεί να αποτελεί μέτρο σύγκρισης, τότε μπορούμε κάλλιστα να καταλήξουμε ότι η ροή των ανέμων έχουν αλλάξει έκτοτε σε διάφορους τομείς: αν ο άνεμος για τον Κλίντον ήταν ούριος τότε, σήμερα ο άνεμος είναι ανάπρυμος για τον Μπάιντεν ο οποίος καλείται να αντιμετωπίσει τις τεράστιες προκλήσεις που δημιουργήθηκαν από τις πολιτικές του Τραμπ αλλά και από το αποτέλεσμα των αμερικάνικών εκλογών του 2020.
Του Δρα Αντώνη Στ. Στυλιανού
Λέκτορα Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.