Hopewell Chin’ono αφορμή για ελευθέρια λόγου

H σύλληψη του δημοσιογράφου Hopewell Chin’ono υπήρξε αφορμή για την συγγραφή του παρόντος άρθρου. Η απαγόρευση ελεύθερης έκφρασης των δημοσιογράφων, αποτελούσε ανέκαθεν σοβαρό πρόβλημα στο χώρο της δημοσιογραφίας.

 Ο Hopewell Chin’ono κατάγεται από την Ζιμπάμπουε και έχει συλληφθεί 3 φορές μέσα σε 6 μήνες λόγω του ‘τολμηρού’ περιεχομένου των δημοσιεύσεων του. Έχει κρατήσει στάση αντίθετη από εκείνη της κυβέρνησης, για να αποκαλύψει την αλήθεια στον κόσμο. Πιο συγκεκριμένα κατηγορεί την κυβέρνηση της Ζιμπάμπουε για κατάχρηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και  για διαφθορά. Εντούτοις η κυβέρνηση της χώρας αρνείται τις κατηγορίες. Οι προνομιούχοι κρύβουν την αλήθεια ελπίζοντας πως δεν θα αποκαλυφθεί στα φώτα της δημοσιότητας. Η τελευταία του σύλληψη έγινε λόγο της  δημοσίευσης του στο tweeter, οπου αποκάλυπτε πως η αστυνομία είχε κτυπήσει μέχρι θανάτου ένα νήπιο, λόγο του ότι δεν εφαρμόζονταν τα μέτρα για την καραντίνα του κορονοϊού. Η αστυνομία αρνήθηκε τα πάντα λέγοντας πως αυτές οι πληροφορίες είναι ψευδείς.

Ανέκαθεν τα κράτη και οι πλούσιοι προνομιούχοι, ήθελαν να ελέγχουν τα μέσα έτσι ώστε να μην αποκαλύψουν πληροφορίες που θα αποδειχθούν καταστροφικές για εκείνους. Περιστατικά παρόμοια με αυτό, γίνονται καθημερινά κάτω από την μύτη μας, σ ‘ολόκληρο τον κόσμο. Για παράδειγμα η κατάσταση που επικρατεί στη Λευκορωσία, με το καθεστώς του Λουκασένκο. ο Αντρέι Μπαστούνετς, πρόεδρος της Ένωσης Δημοσιογράφων της χώρας είπε χαρακτηριστικά για τους διεθνείς δείκτες ελευθερίας της Λευκορωσίας:

«H χώρα μας παραδοσιακά καταλαμβάνει μία από τις τελευταίες θέσεις. Για παράδειγμα στον δείκτη ‘Δημοσιογράφοι δίχως σύνορα’, η Λευκορωσία κατέχει σήμερα την 153 θέση μεταξύ 180 χωρών. Η Επιτροπή προστασίας των δημοσιογράφων, την κατέταξε στο TOP-10 των χωρών με την σκληρότερη λογοκρισία. Είμαι σίγουρος πως μετά τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των δημοσιογράφων και των ΜΜΕ φέτος, η θέση της Λευκορωσίας στην κατάταξη των διεθνών ερευνών, θα χειροτερέψει. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, στο Μινσκ διεξάγονται δίκες έξι δημοσιογράφων, οι οποίοι κατηγορούνται για τη συμμετοχή τους στις διαμαρτυρίες» .

Επιπρόσθετα την Κυριακή δυο γυναίκες δικαστές, οι οποίες εργάζονταν για το ανώτατο δικαστήριο του Αφγανιστάν, πυροβολήθηκαν μέχρι θανάτου. Το περιστατικό ήταν ενέδρα κατά των γυναικών, στον δρόμο τους για την δουλειά. Οι αξιωματούχοι του Αφγανιστάν ρίχνουν το φταίξιμο στο Ταλιμπάμ, οι οποίοι όμως αρνούνται κάθε κατηγορία. Οι δυο αυτοί θάνατοι είναι οι τελευταίοι στην επικαιρότητα σχετικά με δολοφονίες που στοχεύουν ακτιβιστές, δημοσιογράφους και άλλες πολιτικές φιγούρες.

Η  RSF (Reporters Without Borders) στον ετήσιο απολογισμό της έκανε λόγο για περίπου 387 φυλακισμένους δημοσιογράφους σε διεθνές επίπεδο, αριθμό που παραμένει σε «ιστορικά υψηλό επίπεδο». Πέντε χώρες συγκεντρώνουν πάνω από τους μισούς φυλακισμένους δημοσιογράφους μόνο και μόνο επειδή έκαναν τη δουλειά τους. Η Κίνα παραμένει στην κορυφή, με 117 φυλακισμένους δημοσιογράφους, ακολουθεί η Σαουδική Αραβία με 34, η Αίγυπτος με 30 ,το Βιετνάμ  με 28 και η Συρία με 27  φυλακισμένους.

«Ο αριθμός των φυλακισμένων δημοσιογράφων σε όλο τον κόσμο παραμένει σε ιστορικά υψηλό επίπεδο», υπογραμμίζει η RSF. Σύμφωνα με τον απολογισμό, 42 γυναίκες στερούνται την ελευθερία τους, το 2019 ο αριθμός τους ήταν 31, από αυτές  οι 17 φυλακίστηκαν, οι 4 στη Λευκορωσία, μετά την επανεκλογή του προέδρου Αλεξάντρ Λουκασένκο την οποία η αντιπολίτευση θεωρεί ότι έγινε με νοθεία. Η πρόσφατη αύξηση των συλλήψεων συνδέεται άμεσα με την υγειονομική κρίση. Δεκατέσσερεις δημοσιογράφοι βρίσκονται στις φυλακές για την κάλυψη της πανδημίας του νέου κορονοϊού, 7 από τους αυτούς βρίσκονται στην Κίνα.

Το 2020 δολοφονήθηκαν πενήντα δημοσιογράφοι, εκ των οποίων οι επτά από τους δέκα, σε χώρες όπου επικρατούσε ειρήνη. Από τους είκοσι δημοσιογράφους που δολοφονήθηκαν φέτος, δέκα ερευνούσαν υποθέσεις διαφθοράς σε τοπικό επίπεδο ή υποθέσεις κατάχρησης δημοσίου χρήματος, τέσσερις έκαναν έρευνα για τη μαφία και το οργανωμένο έγκλημα, ενώ τρεις κάλυπταν θέματα που συνδέονται με την προστασία του περιβάλλοντος. Εντούτοις μειώνεται το ποσοστό των δημοσιογράφων που σκοτώνονται ή δολοφονούνται σε εμπόλεμες ζώνες. Από το 58% που σημειώθηκε το 2016 φέτος μόνο 32% πέθαναν, σε χώρες όπως η Συρία ή η Υεμένη.

Ο οργανισμός the One Free Press Coalition προσπαθεί να ενημερώσει τον κόσμο για τις περιπτώσεις των δημοσιογράφων που απειλούνται εξαιτίας της δουλειάς τους. Αυτός ο οργανισμός συνασπίστηκε κατά την διάρκεια ενός διεθνούς συνεδρίου, όπου δημιούργησαν μεγάλα ΜΜΕ και μεταξύ αυτών το Associated Press, η Süddeutsche Zeitung , το Reuters και οι Financial Times. Κορυφαίοι εκδότες των ΜΜΕ αποφασίζουν να συνεργαστούν μεταξύ τους, έτσι ώστε να ρίξουν φως στις υποθέσεις των χαμένων δημοσιογράφων καθώς και να αποτρέψουν περεταίρω υποθέσεις.

Ο πρώην αρχισυντάκτη της DW, Ines Pohl, αναφέρει ότι “το καλύτερο όπλο ενάντια στην επέλαση των λαϊκιστών είναι η ελεύθερη πληροφόρηση, η οποία μπορεί να δώσει τη δυνατότητα στους πολίτες να σχηματίσουν μια ανεξάρτητη γνώμη”.

Βασιλική Χατζηγαβριήλ

Efimerida-Cy